Η κρητική διατροφή και η έρευνα που την έκανε διάσημη
Ο Μινωικός
πολιτισμός, από τους πρώτους της Μεσογείου, μας κληρονόμησε στοιχεία
ενός λαού με εκλεπτυσμένη κουλτούρα ακόμα και σε θέματα διατροφής. Οι
νωπογραφίες της Κνωσού και οι απεικονίσεις στα βάζα και τα πιθάρια,
δηλώνουν ότι το λάδι και το κρασί ήταν τα απαραίτητα στοιχεία της
καθημερινής ζωής των μακρινών προγόνων μας. Στο διάβα των αιώνων οι
Κρητικοί διατήρησαν αυτές τις διατροφικές συνήθειες, τρώγοντας ότι τους
πρόσφερε η γη τους, αποκομίζοντας παράλληλα οφέλη υγείας και μακροζωίας,
που έκαναν διεθνώς διάσημο το κρητικό πρότυπο διατροφής.
Τα τελευταία χρόνια η «κρητική δίαιτα» και η υγεία των κατοίκων της Κρήτης πήρε διαστάσεις, έγινε θέμα ερευνών, συζητήσεων, συνεδρίων, έγινε πρωτοσέλιδο σε εφημερίδες και ιατρικά περιοδικά . Όλα άρχισαν ουσιαστικά το 1947, όταν το Ίδρυμα Rokfeler ήρθε στην Κρήτη για να δει σε τι κατάσταση βρίσκονταν οι νησιώτες μετά τον πόλεμο και διαπίστωσε το πολύ καλό επίπεδο της υγείας τους. Οι κρητικοί ήταν κατά 90% υγιέστεροι σε σύγκριση με τον Αμερικάνικο λαό. Αν και ο ιατρικός κόσμος χρειάστηκε πολύ καιρό να κατανοήσει τις συνέπειες αυτών των ευρημάτων, είχε μόλις «σκοντάψει» πάνω στις βασικές αρχές της Κρητικής Διατροφής .
Δέκα χρόνια αργότερα (1957-60) η μελέτη των επτά (7) χωρών την οποία επινόησε και διηύθυνε ο Δρ Ancel Keys , ειδικός καρδιολόγος από τη Μινεσότα έκανε την Κρήτη διάσημη. Μελέτησε 7 διαφορετικές χώρες Ολλανδία, Φιλανδία, Ιαπωνία, Η.Π.Α και τις Μεσογειακές Χώρες: Ιταλία, Γιουγκοσλαβία και Ελλάδα, επιλέγοντας από την χώρα μας ως δειγματοληπτικές περιοχές την Κρήτη και την Κέρκυρα. Από όλες τις ομάδες που παρακολουθήθηκαν οι ομάδες της Ιταλίας και της Γιουγκοσλαβίας παρουσίασαν χαμηλότερη θνησιμότητα από καρδιαγγειακά νοσήματα σε σχέση με τις ομάδες της Β. Ευρώπης και των Η.Π.Α, αλλά εκείνο το οποίο εξέπληξε ήταν τα αποτελέσματα της ομάδας της Κρήτης, η οποία είχε το χαμηλότερο ποσοστό θνησιμότητας, ανεξάρτητα από την αιτία θανάτου.
Το 1991 ο Τομέας Κοινωνικής Ιατρικής του Πανεπιστημίου Κρήτης ανέλαβε την επανεξέταση των ατόμων που είχαν λάβει μέρος στην έρευνα πριν 31 χρόνια και διαπιστώθηκε ότι στην Κρήτη οι επιζώντες ήταν το 50% της αρχικής ομάδας, ενώ στην Φιλανδία δεν υπήρχαν επιζώντες. Εκείνο το οποίο προσδιόρισε σίγουρα η μελέτη είναι ότι η διατροφή με κεκορεσμένα λιπαρά συνδέεται άμεσα με την θνησιμότητα που οφείλεται σε στεφανιαία νόσο.
Στη δίαιτα όμως της Κρήτης υπήρχε κάτι το μοναδικό, το οποίο εκείνη την εποχή η ιατρική κοινότητα δεν μπορούσε να προσδιορίσει και προτιμούσε να αποδώσει την προστασία του πληθυσμού περισσότερο στον γενικότερο τρόπο διαβίωσης (έλλειψη στρες, μόλυνση περιβάλλοντος κ.λ.π ) παρά στις διατροφικές συνήθειες. Για να επαληθεύσουν το φαινόμενο αυτό μετέφεραν τις διατροφικές συνήθειες σε άλλο πλαίσιο. Συγκεκριμένα στη Λυών ο Γάλλος γιατρός Σερζ Ρενώ πραγματοποίησε μια καρδιολογική έρευνα σταθμό στα έτη 1988-1993 με δύο ομάδες καρδιοπαθών ασθενών και δύο διαιτολόγια. Το ένα ήταν το διαιτολόγιο που συνιστούσε η Αμερικάνικη Καρδιολογική Εταιρεία και το άλλο, ένα διαιτολόγιο που είχε ως πρότυπο την Κρητική Διατροφή.
Τα κλινικά αποτελέσματα της έρευνας έγραψαν ιστορία. Οι θάνατοι καρδιοπαθών που τρέφονταν με το κρητικό διαιτολόγιο ήταν πολύ λιγότεροι από αυτών που ακολούθησαν το διαιτολόγιο της Αμερικάνικης Καρδιολογικής εταιρείας. Το σπουδαίο συμπέρασμα αυτής της μελέτης ήταν ότι οι διατροφικές συνήθειες επηρεάζουν την καλή εξέλιξη της υγείας άσχετα από τον τρόπο διαβίωσης. Αυτό επιβεβαιώθηκε με έρευνες σε πληθυσμούς μεταναστών των λαών της Μεσογείου σε Αυστραλία και Αμερική. Και οι μελέτες και οι έρευνες συνεχίζονται. Αλλά οι Κρητικοί δεν χρειάζεται να ανατρέξουν σε μελέτες και διαιτητικές συμβουλές . Αρκεί να θυμηθούν το τραπέζι των γονιών και των παππούδων τους . Πολλά άγρια χόρτα, λαχανικά, ελιές, όσπρια, ζυμωτό μαύρο ψωμί, μέλι, κόκκινο κρασί, περιστασιακά κρέας και γαλακτοκομικά. Για επιδόρπιο εποχιακά φρούτα .
«ΠΟΣΟ ΛΑΔΙ ΤΡΩΝΕ, ΘΕΕ ΜΟΥ»
Μοναδική λιπαρή ύλη το ελαιόλαδο. Η Κρητική συνήθεια το απαιτεί στο μαγείρεμα, στις σαλάτες ακόμα και πάνω στο ψωμί για πρωινό. Ο ίδιος ο Keys διαπίστωνε έκπληκτος στα συμπεράσματα της μελέτης του: "Πόσο λάδι τρώνε, θεέ μου!" . Τα χρόνια που ακολούθησαν η επιστήμη ανέλυσε επαρκώς τους λόγους για τους οποίους η Κρητική διατροφή διασφαλίζει καλύτερη υγεία. Και εστίασε κυρίως στο λάδι και τις ιδιότητες του: Το ελαιόλαδο αποτελείται κατά 99% από λιπαρά οξέα υπό μορφή τριγλυκεριδίων. Το κυριότερο οξύ είναι το ελαϊκό λιπαρό οξύ ,ενώ σε μικρότερα ποσοστά είναι το λινελαϊκό οξύ και το λινολενικό οξύ.
Εκτός από τα λιπαρά οξέα περιέχονται κι άλλες ουσίες όπως : Τον υδρογονάνθρακα σκουαλένιο, αντιοξειδωτική ουσία, πρόδρομο βιοσύνθεσης στερολών, σε περιεκτικότητα μεγαλύτερη από τα άλλα λάδια φυτικής προέλευσης . Επίσης περιέχει και άλλες αντιοξειδωτικές ουσίες όπως φαινόλες και τοκοφερόλες. Οι τελευταίες δρουν και ως βιταμίνες με την πιο δραστικά βιολογική μορφή την α-τοκοφερόλη ή βιταμίνη - Ε. Ακόμα περιέχει καροτενοειδή όπως: β- καροτένιο, ξανθοφύλλη, λυκοπένιο και στερόλες, κυρίως β- σιτοστερόλη.
Η σύσταση του ελαιολάδου αποτελεί ένα μοναδικό συσχετισμό μονοακορέστων, πολυακορέστων και κεκορεσμένων λιπαρών οξέων, που σε συνδυασμό με τα περιεχόμενα αντιοξειδωτικά προσδίδουν στο ελαιόλαδο μοναδικές ιδιότητες σε σχέση με άλλα έλαια. Έτσι ενώ το ελαιόλαδο περιέχει μικρή ποσότητα πολυακορέστων, σε σύγκριση με άλλα φυτικά έλαια ή τα ιχθυέλαια, περιέχει τα απαραίτητα για την ανάπτυξη και την προαγωγή της υγείας οξέα, όπως είναι το λινελαϊκό Ω-6 και το λινολενικό Ω-3 και μάλιστα σε πολύ καλή αναλογία μεταξύ τους (η αναλογία λινολενικού/λινελαϊκού είναι παρόμοια με αυτή του μητρικού γάλακτος). Τα Ω-3 και Ω-6 είναι απαραίτητα γιατί δεν μπορεί να τα συνθέσει ο οργανισμός και πρέπει να τα πάρει από την τροφή. Μεγάλες ποσότητες από Ω-6 είναι βλαπτικές γιατί είναι ουσίες ευαίσθητες σε οξειδώσεις. Οι οξειδώσεις τις μετατρέπουν σε υπεροξείδια και ελεύθερες ρίζες που είναι επικίνδυνες για τον οργανισμό. Η παραπάνω σύσταση και η παρουσία αντιοξειδωτικών κάνει το ελαιόλαδο ιδιαίτερα ανθεκτικό στις οξειδώσεις, ιδιότητα που δεν έχουν τα σπορέλαια, το οποία συστήνονταν παλιότερα για πρόληψη καρδιαγγειακών προβλημάτων.
Το ελαιόλαδο βρέθηκε ότι επιδρά ευεργετικά στην πρόληψη του εμφράγματος του μυοκαρδίου, γιατί έχει αντιαθηρογόνες και αντιθρομβωτικές ιδιότητες. Οι ευεργετικές ιδιότητες του ελαιολάδου περιλαμβάνουν: τη μείωση της LDL χοληστερόλης και την προστασία της από την οξείδωση, λόγω της μικρής περιεκτικότητας του σε πολυακόρεστα και της παρουσίας αντιοξειδωτικών, (η οξειδωμένη μορφή είναι πιο αθηρογόνος ) και τη διατήρηση ή αύξηση της HDL. Το ελαιόλαδο δεν είναι ευαίσθητο στην υπεροξείδωση και έτσι προφυλάσσει από κυτταρικές βλάβες και βλάβες των νευρώνων που προκαλούνται από ελεύθερες ρίζες. Μεγάλο πλεονέκτημα της κρητικής δίαιτας ήταν η απουσία trans λιπαρών οξέων. Τα βλαβερά αυτά λιπαρά οξέα στην κρητική δίαιτα δεν περιέχονται ούτε στο 0,1% της ημερήσιας ενέργειας, ενώ στη σύγχρονη ''πλαστική '' διατροφή μας ξεπερνούν το 4%.
ΧΟΡΤΑ – ΞΗΡΟΙ ΚΑΡΠΟΙ – ΚΡΕΑΣ
Στις μελέτες της σύστασης του λιπώδους ιστού των Κρητικών παρουσιάζεται μεγάλη περιεκτικότητα σε α- λινολενικό οξύ που δεν δικαιολογείται από την κατανάλωση ελαιολάδου. Πρόσφατα σχετικά, η Άρτεμις Σιμοπούλου -Ελληνίδα ερευνήτρια στην Αμερική- ανέλυσε χορταρικά που συνηθίζουν να τρώνε στην Κρήτη και ειδικά για τη γλιστρίδα βρήκε ότι περιέχει 150 mg / Kr α- λινολενικού δηλ. 15 φορές πάνω από τα μαρούλια του Εμπορίου.
Όλα τα φυλλώδη λαχανικά, τα όσπρια αλλά και τα αρωματικά φυτά (όπως το μάραθο) είναι πλούσια σε λινολενικό οξύ ,τα αυγά από κότες ελευθέρας βοσκής περιέχουν 20 % περισσότερο λινολενικό από αυτά των πτηνοτροφείων . Το ίδιο ισχύει και για άλλα ζώα ελεύθερης βοσκής. Μια άλλη σπουδαία πηγή λινολενικού οξέος είναι οι ξηροί καρποί και ειδικά τα καρύδια. Η κρητική δίαιτα περιελάμβανε μεγάλες ποσότητες από χόρτα και λαχανικά και κυρίως άγρια χόρτα, τα οποία κατανάλωναν ωμά, σε σαλάτες, σε πίττες και πιτάκια ή μαγειρεμένα με διάφορους τρόπους ακόμα και με κρέας ανάλογα με την εποχή.
Περισσότερα από 80 είδη χόρτων έχει καταγραφεί ότι χρησιμοποιούνται για σαλάτες ή φαγητά στο νησί. Ένα χόρτο με ξεχωριστές ευεργετικές ιδιότητες που χρησιμοποιείται πολύ στις σαλάτες το καλοκαίρι είναι η γλιστρίδα ή αντράκλα που αναφέρθηκε παραπάνω . Συχνή ήταν και η χρήση των οσπρίων, που μαγειρεμένα με το λάδι δίνουν γευστικά φαγητά, έχουν τα συστατικά των λαχανικών και επί πλέον πρωτεΐνες.
Όμως οι Κρητικοί δεν είναι μόνο χορτοφάγοι. Καταναλώνουν κρέας, προϊόντα κρέατος και γαλακτοκομικά αλλά περιστασιακά, ανάλογα με την παραγωγή τους και τις νηστείες. Τα ψάρια ήταν σπουδαία τροφή για τους κατοίκους των παραλίων της Κρήτης, ενώ τα σαλιγκάρια (οι χοχλιοί) μαγειρεμένα με χόρτα, με τραχανά, ή τηγανιτοί είναι αγαπημένο πιάτο του νησιού.
1,5 με 5,5γρ/100γρ. Ω-3 λιπαρών οξέων περιέχονται στα ψάρια ανάλογα με το είδος και περισσότερο από 0,25 γρ./100γρ. στα σαλιγκάρια , (Έρευνα του Πανεπιστημίου Κρήτης).
Καθημερινή είναι ακόμη η κατανάλωση ψωμιού, ενώ από το κρητικό τραπέζι δεν έλειπε ποτέ και το μπουκάλι με το κόκκινο κρασί. Το κόκκινο κρασί περιέχει πολυφαινόλες οι οποίες δεν υπάρχουν στα άλλα αλκοολούχα ποτά και μόνο μερικές από αυτές στο λευκό κρασί. Οι πολυφαινόλες του κόκκινου κρασιού εξηγούν το λεγόμενο "Γαλλικό παράδοξο". Οι Γάλλοι ακολουθούν δίαιτα υψηλή σε λιπαρά αλλά έχουν χαμηλό ποσοστό ασθενειών της καρδιάς. Οι πολυφαινόλες αυτές, όπως είπαμε και στο ελαιόλαδο, προστατεύουν την LDL χοληστερόλη από την οξείδωση.
Το έτος 2000 στο Λονδίνο το Βασιλικό Ιατρικό Κολέγιο διοργάνωσε το Παγκόσμιο Συνέδριο Μεσογειακής Διατροφής. Επιστήμονες απ' όλο τον κόσμο συγκεντρώθηκαν για να καταλήξουν στο συμπέρασμα ότι η παραδοσιακή διατροφή των λαών της Μεσογείου είναι το μυστικό για την καλή ποιότητα ζωής.
Το περιοδικό TIME στην έκδοση της 19ης Ιουλίου 1999 είχε δημοσίευσει μια πρωτοσέλιδη Ιστορία για τους "νέους" δρόμους της υγείας, όπου ενθάρρυνε τη χρήση του ελαιολάδου. Το ίδιο περιοδικό στις 8-1-2001 ανέφερε ότι οι Έλληνες συνεχίζουν να συγκαταλέγονται στους πίνακες μακροζωίας με το χαμηλότερο ποσοστό άνοιας σε άτομα μεγαλύτερα των 65 χρόνων. Τον Απρίλιο του 1997 το μεγαλύτερο επιστημονικό καρδιολογικό περιοδικό της Γαλλίας ( Cardiology Pratigue ) έκανε αφιέρωμα στην Κρητική Διατροφή με τίτλο «Λάδι, Ελιά και Πρόληψη».
Τα τελευταία χρόνια η «κρητική δίαιτα» και η υγεία των κατοίκων της Κρήτης πήρε διαστάσεις, έγινε θέμα ερευνών, συζητήσεων, συνεδρίων, έγινε πρωτοσέλιδο σε εφημερίδες και ιατρικά περιοδικά . Όλα άρχισαν ουσιαστικά το 1947, όταν το Ίδρυμα Rokfeler ήρθε στην Κρήτη για να δει σε τι κατάσταση βρίσκονταν οι νησιώτες μετά τον πόλεμο και διαπίστωσε το πολύ καλό επίπεδο της υγείας τους. Οι κρητικοί ήταν κατά 90% υγιέστεροι σε σύγκριση με τον Αμερικάνικο λαό. Αν και ο ιατρικός κόσμος χρειάστηκε πολύ καιρό να κατανοήσει τις συνέπειες αυτών των ευρημάτων, είχε μόλις «σκοντάψει» πάνω στις βασικές αρχές της Κρητικής Διατροφής .
Δέκα χρόνια αργότερα (1957-60) η μελέτη των επτά (7) χωρών την οποία επινόησε και διηύθυνε ο Δρ Ancel Keys , ειδικός καρδιολόγος από τη Μινεσότα έκανε την Κρήτη διάσημη. Μελέτησε 7 διαφορετικές χώρες Ολλανδία, Φιλανδία, Ιαπωνία, Η.Π.Α και τις Μεσογειακές Χώρες: Ιταλία, Γιουγκοσλαβία και Ελλάδα, επιλέγοντας από την χώρα μας ως δειγματοληπτικές περιοχές την Κρήτη και την Κέρκυρα. Από όλες τις ομάδες που παρακολουθήθηκαν οι ομάδες της Ιταλίας και της Γιουγκοσλαβίας παρουσίασαν χαμηλότερη θνησιμότητα από καρδιαγγειακά νοσήματα σε σχέση με τις ομάδες της Β. Ευρώπης και των Η.Π.Α, αλλά εκείνο το οποίο εξέπληξε ήταν τα αποτελέσματα της ομάδας της Κρήτης, η οποία είχε το χαμηλότερο ποσοστό θνησιμότητας, ανεξάρτητα από την αιτία θανάτου.
Το 1991 ο Τομέας Κοινωνικής Ιατρικής του Πανεπιστημίου Κρήτης ανέλαβε την επανεξέταση των ατόμων που είχαν λάβει μέρος στην έρευνα πριν 31 χρόνια και διαπιστώθηκε ότι στην Κρήτη οι επιζώντες ήταν το 50% της αρχικής ομάδας, ενώ στην Φιλανδία δεν υπήρχαν επιζώντες. Εκείνο το οποίο προσδιόρισε σίγουρα η μελέτη είναι ότι η διατροφή με κεκορεσμένα λιπαρά συνδέεται άμεσα με την θνησιμότητα που οφείλεται σε στεφανιαία νόσο.
Στη δίαιτα όμως της Κρήτης υπήρχε κάτι το μοναδικό, το οποίο εκείνη την εποχή η ιατρική κοινότητα δεν μπορούσε να προσδιορίσει και προτιμούσε να αποδώσει την προστασία του πληθυσμού περισσότερο στον γενικότερο τρόπο διαβίωσης (έλλειψη στρες, μόλυνση περιβάλλοντος κ.λ.π ) παρά στις διατροφικές συνήθειες. Για να επαληθεύσουν το φαινόμενο αυτό μετέφεραν τις διατροφικές συνήθειες σε άλλο πλαίσιο. Συγκεκριμένα στη Λυών ο Γάλλος γιατρός Σερζ Ρενώ πραγματοποίησε μια καρδιολογική έρευνα σταθμό στα έτη 1988-1993 με δύο ομάδες καρδιοπαθών ασθενών και δύο διαιτολόγια. Το ένα ήταν το διαιτολόγιο που συνιστούσε η Αμερικάνικη Καρδιολογική Εταιρεία και το άλλο, ένα διαιτολόγιο που είχε ως πρότυπο την Κρητική Διατροφή.
Τα κλινικά αποτελέσματα της έρευνας έγραψαν ιστορία. Οι θάνατοι καρδιοπαθών που τρέφονταν με το κρητικό διαιτολόγιο ήταν πολύ λιγότεροι από αυτών που ακολούθησαν το διαιτολόγιο της Αμερικάνικης Καρδιολογικής εταιρείας. Το σπουδαίο συμπέρασμα αυτής της μελέτης ήταν ότι οι διατροφικές συνήθειες επηρεάζουν την καλή εξέλιξη της υγείας άσχετα από τον τρόπο διαβίωσης. Αυτό επιβεβαιώθηκε με έρευνες σε πληθυσμούς μεταναστών των λαών της Μεσογείου σε Αυστραλία και Αμερική. Και οι μελέτες και οι έρευνες συνεχίζονται. Αλλά οι Κρητικοί δεν χρειάζεται να ανατρέξουν σε μελέτες και διαιτητικές συμβουλές . Αρκεί να θυμηθούν το τραπέζι των γονιών και των παππούδων τους . Πολλά άγρια χόρτα, λαχανικά, ελιές, όσπρια, ζυμωτό μαύρο ψωμί, μέλι, κόκκινο κρασί, περιστασιακά κρέας και γαλακτοκομικά. Για επιδόρπιο εποχιακά φρούτα .
«ΠΟΣΟ ΛΑΔΙ ΤΡΩΝΕ, ΘΕΕ ΜΟΥ»
Μοναδική λιπαρή ύλη το ελαιόλαδο. Η Κρητική συνήθεια το απαιτεί στο μαγείρεμα, στις σαλάτες ακόμα και πάνω στο ψωμί για πρωινό. Ο ίδιος ο Keys διαπίστωνε έκπληκτος στα συμπεράσματα της μελέτης του: "Πόσο λάδι τρώνε, θεέ μου!" . Τα χρόνια που ακολούθησαν η επιστήμη ανέλυσε επαρκώς τους λόγους για τους οποίους η Κρητική διατροφή διασφαλίζει καλύτερη υγεία. Και εστίασε κυρίως στο λάδι και τις ιδιότητες του: Το ελαιόλαδο αποτελείται κατά 99% από λιπαρά οξέα υπό μορφή τριγλυκεριδίων. Το κυριότερο οξύ είναι το ελαϊκό λιπαρό οξύ ,ενώ σε μικρότερα ποσοστά είναι το λινελαϊκό οξύ και το λινολενικό οξύ.
Εκτός από τα λιπαρά οξέα περιέχονται κι άλλες ουσίες όπως : Τον υδρογονάνθρακα σκουαλένιο, αντιοξειδωτική ουσία, πρόδρομο βιοσύνθεσης στερολών, σε περιεκτικότητα μεγαλύτερη από τα άλλα λάδια φυτικής προέλευσης . Επίσης περιέχει και άλλες αντιοξειδωτικές ουσίες όπως φαινόλες και τοκοφερόλες. Οι τελευταίες δρουν και ως βιταμίνες με την πιο δραστικά βιολογική μορφή την α-τοκοφερόλη ή βιταμίνη - Ε. Ακόμα περιέχει καροτενοειδή όπως: β- καροτένιο, ξανθοφύλλη, λυκοπένιο και στερόλες, κυρίως β- σιτοστερόλη.
Η σύσταση του ελαιολάδου αποτελεί ένα μοναδικό συσχετισμό μονοακορέστων, πολυακορέστων και κεκορεσμένων λιπαρών οξέων, που σε συνδυασμό με τα περιεχόμενα αντιοξειδωτικά προσδίδουν στο ελαιόλαδο μοναδικές ιδιότητες σε σχέση με άλλα έλαια. Έτσι ενώ το ελαιόλαδο περιέχει μικρή ποσότητα πολυακορέστων, σε σύγκριση με άλλα φυτικά έλαια ή τα ιχθυέλαια, περιέχει τα απαραίτητα για την ανάπτυξη και την προαγωγή της υγείας οξέα, όπως είναι το λινελαϊκό Ω-6 και το λινολενικό Ω-3 και μάλιστα σε πολύ καλή αναλογία μεταξύ τους (η αναλογία λινολενικού/λινελαϊκού είναι παρόμοια με αυτή του μητρικού γάλακτος). Τα Ω-3 και Ω-6 είναι απαραίτητα γιατί δεν μπορεί να τα συνθέσει ο οργανισμός και πρέπει να τα πάρει από την τροφή. Μεγάλες ποσότητες από Ω-6 είναι βλαπτικές γιατί είναι ουσίες ευαίσθητες σε οξειδώσεις. Οι οξειδώσεις τις μετατρέπουν σε υπεροξείδια και ελεύθερες ρίζες που είναι επικίνδυνες για τον οργανισμό. Η παραπάνω σύσταση και η παρουσία αντιοξειδωτικών κάνει το ελαιόλαδο ιδιαίτερα ανθεκτικό στις οξειδώσεις, ιδιότητα που δεν έχουν τα σπορέλαια, το οποία συστήνονταν παλιότερα για πρόληψη καρδιαγγειακών προβλημάτων.
Το ελαιόλαδο βρέθηκε ότι επιδρά ευεργετικά στην πρόληψη του εμφράγματος του μυοκαρδίου, γιατί έχει αντιαθηρογόνες και αντιθρομβωτικές ιδιότητες. Οι ευεργετικές ιδιότητες του ελαιολάδου περιλαμβάνουν: τη μείωση της LDL χοληστερόλης και την προστασία της από την οξείδωση, λόγω της μικρής περιεκτικότητας του σε πολυακόρεστα και της παρουσίας αντιοξειδωτικών, (η οξειδωμένη μορφή είναι πιο αθηρογόνος ) και τη διατήρηση ή αύξηση της HDL. Το ελαιόλαδο δεν είναι ευαίσθητο στην υπεροξείδωση και έτσι προφυλάσσει από κυτταρικές βλάβες και βλάβες των νευρώνων που προκαλούνται από ελεύθερες ρίζες. Μεγάλο πλεονέκτημα της κρητικής δίαιτας ήταν η απουσία trans λιπαρών οξέων. Τα βλαβερά αυτά λιπαρά οξέα στην κρητική δίαιτα δεν περιέχονται ούτε στο 0,1% της ημερήσιας ενέργειας, ενώ στη σύγχρονη ''πλαστική '' διατροφή μας ξεπερνούν το 4%.
ΧΟΡΤΑ – ΞΗΡΟΙ ΚΑΡΠΟΙ – ΚΡΕΑΣ
Στις μελέτες της σύστασης του λιπώδους ιστού των Κρητικών παρουσιάζεται μεγάλη περιεκτικότητα σε α- λινολενικό οξύ που δεν δικαιολογείται από την κατανάλωση ελαιολάδου. Πρόσφατα σχετικά, η Άρτεμις Σιμοπούλου -Ελληνίδα ερευνήτρια στην Αμερική- ανέλυσε χορταρικά που συνηθίζουν να τρώνε στην Κρήτη και ειδικά για τη γλιστρίδα βρήκε ότι περιέχει 150 mg / Kr α- λινολενικού δηλ. 15 φορές πάνω από τα μαρούλια του Εμπορίου.
Όλα τα φυλλώδη λαχανικά, τα όσπρια αλλά και τα αρωματικά φυτά (όπως το μάραθο) είναι πλούσια σε λινολενικό οξύ ,τα αυγά από κότες ελευθέρας βοσκής περιέχουν 20 % περισσότερο λινολενικό από αυτά των πτηνοτροφείων . Το ίδιο ισχύει και για άλλα ζώα ελεύθερης βοσκής. Μια άλλη σπουδαία πηγή λινολενικού οξέος είναι οι ξηροί καρποί και ειδικά τα καρύδια. Η κρητική δίαιτα περιελάμβανε μεγάλες ποσότητες από χόρτα και λαχανικά και κυρίως άγρια χόρτα, τα οποία κατανάλωναν ωμά, σε σαλάτες, σε πίττες και πιτάκια ή μαγειρεμένα με διάφορους τρόπους ακόμα και με κρέας ανάλογα με την εποχή.
Περισσότερα από 80 είδη χόρτων έχει καταγραφεί ότι χρησιμοποιούνται για σαλάτες ή φαγητά στο νησί. Ένα χόρτο με ξεχωριστές ευεργετικές ιδιότητες που χρησιμοποιείται πολύ στις σαλάτες το καλοκαίρι είναι η γλιστρίδα ή αντράκλα που αναφέρθηκε παραπάνω . Συχνή ήταν και η χρήση των οσπρίων, που μαγειρεμένα με το λάδι δίνουν γευστικά φαγητά, έχουν τα συστατικά των λαχανικών και επί πλέον πρωτεΐνες.
Όμως οι Κρητικοί δεν είναι μόνο χορτοφάγοι. Καταναλώνουν κρέας, προϊόντα κρέατος και γαλακτοκομικά αλλά περιστασιακά, ανάλογα με την παραγωγή τους και τις νηστείες. Τα ψάρια ήταν σπουδαία τροφή για τους κατοίκους των παραλίων της Κρήτης, ενώ τα σαλιγκάρια (οι χοχλιοί) μαγειρεμένα με χόρτα, με τραχανά, ή τηγανιτοί είναι αγαπημένο πιάτο του νησιού.
1,5 με 5,5γρ/100γρ. Ω-3 λιπαρών οξέων περιέχονται στα ψάρια ανάλογα με το είδος και περισσότερο από 0,25 γρ./100γρ. στα σαλιγκάρια , (Έρευνα του Πανεπιστημίου Κρήτης).
Καθημερινή είναι ακόμη η κατανάλωση ψωμιού, ενώ από το κρητικό τραπέζι δεν έλειπε ποτέ και το μπουκάλι με το κόκκινο κρασί. Το κόκκινο κρασί περιέχει πολυφαινόλες οι οποίες δεν υπάρχουν στα άλλα αλκοολούχα ποτά και μόνο μερικές από αυτές στο λευκό κρασί. Οι πολυφαινόλες του κόκκινου κρασιού εξηγούν το λεγόμενο "Γαλλικό παράδοξο". Οι Γάλλοι ακολουθούν δίαιτα υψηλή σε λιπαρά αλλά έχουν χαμηλό ποσοστό ασθενειών της καρδιάς. Οι πολυφαινόλες αυτές, όπως είπαμε και στο ελαιόλαδο, προστατεύουν την LDL χοληστερόλη από την οξείδωση.
Το έτος 2000 στο Λονδίνο το Βασιλικό Ιατρικό Κολέγιο διοργάνωσε το Παγκόσμιο Συνέδριο Μεσογειακής Διατροφής. Επιστήμονες απ' όλο τον κόσμο συγκεντρώθηκαν για να καταλήξουν στο συμπέρασμα ότι η παραδοσιακή διατροφή των λαών της Μεσογείου είναι το μυστικό για την καλή ποιότητα ζωής.
Το περιοδικό TIME στην έκδοση της 19ης Ιουλίου 1999 είχε δημοσίευσει μια πρωτοσέλιδη Ιστορία για τους "νέους" δρόμους της υγείας, όπου ενθάρρυνε τη χρήση του ελαιολάδου. Το ίδιο περιοδικό στις 8-1-2001 ανέφερε ότι οι Έλληνες συνεχίζουν να συγκαταλέγονται στους πίνακες μακροζωίας με το χαμηλότερο ποσοστό άνοιας σε άτομα μεγαλύτερα των 65 χρόνων. Τον Απρίλιο του 1997 το μεγαλύτερο επιστημονικό καρδιολογικό περιοδικό της Γαλλίας ( Cardiology Pratigue ) έκανε αφιέρωμα στην Κρητική Διατροφή με τίτλο «Λάδι, Ελιά και Πρόληψη».
Tags
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου