Τρίτη 24 Αυγούστου 2021

Ο σιορ Τζανάκης ! εμάθετε με ίντα νου κ πονηριά ήκλεψε το Λενάκι;

Ακούσετε  να σας σε πώ για τον σιορ Τζανάκη
Με ιντα νού και πονηριά επήρε το Λενάκι !
Με αλαξές με φορεσές απ' 'κει περνοδιαβαίνει
Με το βιολί στη χέρα ντου και το Λενιώ τρελένει !
Μιά μέρα αποφάσησε χαιρετισμό να πέψει
και δαχτυλίδι ολόχρυσο και ποκομό δεν έχει !
Σε νταμπακέρα ολόχρυση βάζει το δαχτυλίδι
και με χαρές το δούλο ντου κράζει και του το δίνει !
Κουρκούνιξε - κουρκούνιξε την αργυρή τζη πόρτα
και πάει η βάγια ανοίγει ντου
Καλησπερίζει πιο μπροστά κι' υστερα γονατίζει
και λέει τους χαιρετίσματα απ' το σιόρ Τζανάκι
και στέλνει σας τρία φιλιά κι' ενα δαχτυλιδάκι !
Η κόρη  ως τό 'κουσε το προσωπο τζη δρώνει
και τον καλό προξενητή ξυλιές τον ναι φορτώνει!
Και πάει η βάγια  ανοίγει ντου του ξένου καί πορίζει
Με τόση παραπόνεση στ' αφέντη ντου γυριζει !
Καλώς τον ναι τον δούλο μου μά  άργισε λιγάκι
Καλώς να σέ βρω αφέντη μου μα ' ρχομαι με φαρμάκι
δεν το πιστεύω μά το Θιό να πάρεις το Λενάκι !
Εκτός  ν' αλλάξεις φορεσά κι' αλλάξει η φορεσιά σου
και βάλλεις γυναικιστηκα και πεις πως είναι θειά σου!
Κι' εκείνη έχει αδερφή κι ειναι μακρά στα ξένα
Κι ειναι και χρόνια δεκοχτώ πουνε αποθαμένη!
Ο λόγοςδεν τον εφθαξε ο λογος δεν τον φτάνει
και μπαίνει και στολίζετε μ' ενα καλό φουστάνι!
Χρυσούς φελούς στα πόδια ντου και σαν νεράιδα πάει
Σκλάβε μου αδέ πιαστώ δα σε ελευτερώσω
ετούτη την αργατινή χάρισμα δά σου δώσω !
Κουρκούνιξε - Κουρκούνιξε την αργυρή τζη πορτα !
Ο Θιός να σέ βρει κερά θειά μιά παρασκή ημέρα
τση μάνας μου σ' εγροίκουμε μα γω ποτέδε σε δα !
Κοντά - κοντά δα να ρθω γώ να σε καλορωτήξω
πο πούνε η εδικότης μας να σε καλογνωρίσω !
Τριώ χρονων με  άφησε το ξενο στην αγκάλη
δεν την θυμούμαι μά το Θιό την μανα μου ψιχάλι!
Και πως η αξαδέρφη μου δεν είναι παντρεμένη
σαν να ναι  παραριξιμιά και καταφρονεμένη ?
Επέψανε μου προξενιά απ' το σιόρ Τζανάκη
μα δεν ναι θελημάτησα γιατι ναι κοπελάκι !
Θαμάζωμεσε κερά θειά τοπο που το ναι διώχνεις
σε τόπους και σε άρχοντες ήθελα τη ναι δώσεις !
Απου χει μας στο τοπο μας τσι μέλισσες χιλιάδες
κι' είναι και τα περβόλια μας σαφή με πρασινάδες!
Εδε πως μου  τα μίλησες που νά χεις την ευκή μου
που να σε δω νοικοκερά ως θέλει η όρεξη μου !
Έ πάρετη Λενακη μου και βγήτε στον οντά σου
σαν αδερφή σου θέσετε και βάλετη κοντά σου !
Μας ωστέ να μπεί κι' ωστε να βγεί ητονε αυτος  γδυμένος
κι' απο κορφής το πάπλωμα ήτονε σκεπασμένος!
Ως σήκωσε το πάπλωμα κι' είδε τη στόρια ντου
τοτες ανεφιλίσανε τα φύλλα τσή καρδάς ντου !
Να σε ρωτήξω αξαδέρφη μου πούρι δεν είσαι ξένη
τίνος ίστορια είν'  τούτη ναι πούνε παέ βαρμένη !
Πως να στο πω αξαδέρφη μου πώς να στο ξεθαρέψω
να μην το μάθει η γειτονιά και νά το περισέψω !
Τον σιορ Τζανάκη αγαπώ και χω τη μεσήτσα ντου 
μ' ολόχρυσο ζωνάρι !
Να μου τα ξώσει ο Θεός ταιρι να το ναι κάμεις !
Μη μου τα ξώσει ο Θεός καλιά σφαγή ας με κόψει
Με του Θεού τον  ορισμό η μανα μου ας με δώσει !
Τη νύχτα τα μεσάνυχτα στου υπνου τα κανάκια εφήλιε ντη
και ετζήμπαντη ησκηφτε κι' λεγε τζη 
Έ σώπα δα Λενάκη μου και μη σου βαροφάνει
και χριστιανός ειμαι και γω και βάνωμε στεφάνι !
Πρωί - πρωί σηκωνεται βανει τη φορεσά ντου
και σα καλή νοικοκερά και χαιρετά τη θειά ντου !
Να σε ρωτήξω κερά θειά  πούρι δε είσαι ξένη
και γιά την αξαδέρφη μου τση πόσους χρόνους μπαίνει ?
Τση δεκοχτώ επατησε την σήμερο ημέρα
γοργό ναι η θυγατέρα μου τση παντρειγιάς κοπέλα !
Είδες εδά Λενάκη μου με τη κατεχωσά μου
πως βγήκα και κατάστεσα ως έπρεπε τη θειά μου !
Καρνάδα στρώσανε τη γή  και πέξανε καμπάνες
Οντε τση στεφανώνανε δώδεκα δεσποτάδες ! ! !

Το αντεγραψα από σχόλιο του Λευτέρη Σαμπαθιανάκη

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου