«Ζούσε, στην κυριολεξία, για να ζωγραφίζει»
ΒΙΒΛΙΟΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ / LITERATUR, Elliniki Gnomi, 26 Oct 2014
Η Μίτση Σκ. Πικραμένου γεννήθηκε και
κατοικεί στην Αθήνα. Σπούδασε γαλλική φιλολογία και κατόπιν
βιβλιοθηκονομία. Εκπόνησε τη διδακτορική της διατριβή στο Εθνικό και
Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Εργάστηκε ως ερευνήτρια στο Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών. Παράλληλα, συνεργάστηκε με διάφορους φορείς (Βουλή των Ελλήνων, Μουσείο Μπενάκη, Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, Εταιρεία Κερκυραϊκών Σπουδών, Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο) αλλά και ιδιώτες. Η εργογραφία της Μίτσης Πικραμένου περιλαμβάνει περισσότερες από 6.000 σελίδες σε μονογραφίες και έργα υποδομής (ευρετήρια, βιβλιογραφίες, έντυπους καταλόγους βιβλιοθηκών, έκδοση γαλλικών επιστολών του Ιωάννη Καποδίστρια, μετάφραση ενός έργου του Jean Savant). Με αφορμή την έκδοση του βιβλίου από τις εκδόσεις Πικραμένος, «Αναζητώντας μιαν υπογραφή», μιλάει στην ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΝΩΜΗ.
Συνέντευξη στον Ελπιδοφόρο Ιντζέμπελη.
Ποια ήταν η αφορμή για να εκδοθεί το μυθιστόρημά σας «Αναζητώντας μιαν υπογραφή» από τις εκδόσεις Πικραμένος;
Τα τετρακόσια χρόνια από τον θάνατο του Δομήνικου Θεοτοκόπουλου ήταν η αφορμή για να γραφεί και να εκδοθεί το ιστορικό μυθιστόρημά μου. Πρόκειται, όπως είναι γνωστό, για έναν Έλληνα που αναδείχθηκε ως μια τεράστια μορφή της διεθνούς ζωγραφικής. Ο Ελ Γκρέκο, χωρίς ποτέ να αρνηθεί την ελληνική του καταγωγή, είχε ξεχωρίσει από τα νιάτα του κιόλας και είχε διακριθεί ιδιαίτερα στο Τολέδο της Ισπανίας όπου είχε εγκατασταθεί.
Ποιος είναι ο ρόλος του αγίου Γερασίμου;
Ο άγιος Γεράσιμος είναι μια από τις ογκωδέστερες προσωπικότητες της Ορθοδοξίας. Συγγενής με τους Παλαιολόγους από την πλευρά της μητέρας του, ήταν μικρανεψιός του Λουκά Νοταρά, του μεγάλου δούκα στο Βυζάντιο που ήταν αντίθετος στην υποδούλωση της ορθοδοξίας στον παπισμό. Αυτό πρέσβευε και ο άγιος Γεράσιμος. Έζησε μόνον σε βενετοκρατούμενες περιοχές και υπερασπίστηκε την Ορθοδοξία.
Ο τίτλος του βιβλίου είναι συμβολικός ή δηλώνει κάτι κυριολεκτικά;
Ο τίτλος «Αναζητώντας μιαν υπογραφή» είναι κυριολεκτικός. Πρόκειται για την ιστορία ενός πίνακα που είδα το 1989 και απεικόνιζε τον άγιο Γεράσιμο. Μου δήλωσαν ότι ήταν έργο του Ελ Γκρέκο, είχαν ήδη γραφολογική εξέταση που το αποδείκνυε. Μου ζήτησαν να ψάξω για ενδεχόμενη σχέση ανάμεσα στον Γεράσιμο Νοταρά, όπως ονομαζόταν, και τον Δομήνικο Θεοτοκόπουλο και να γράψω επιστημονικό άρθρο. Αμοιβή μου θα ήταν να μου κτίσουν μια μονοκατοικία για την οποία είχα βγάλει οικοδομική άδεια και, στη συνέχεια, θα είχα το 10% από την τιμή στην οποία θα πωλούνταν ο πίνακας.
Δέχθηκα και ερεύνησα το θέμα, η απουσία όμως ερευνητικών δεδομένων δεν μου επέτρεπε τη συγγραφή επιστημονικού άρθρου. Όπως είναι γνωστό ελάχιστα στοιχεία διαθέτουμε για τον Δομήνικο Θεοτοκόπουλο. Ακόμη λιγότερες πληροφορίες υπάρχουν για τον Γεράσιμο Νοταρά. Ουσιαστικά το μοναδικό έγγραφο που υπάρχει, απ’ όσο γνωρίζω, είναι το παραχωρητήριο για την έκταση στον Ομαλό, εκεί όπου χτίστηκε αργότερα η μονή του.
Πέρασαν είκοσι πέντε χρόνια από τότε που είδα τον πίνακα και πραγματοποίησα την έρευνά μου. Έχω στραφεί πλέον στη βιογραφία και το ιστορικό μυθιστόρημα και δεν είναι απαραίτητες οι αρχειακές πηγές για να διατυπώσω την άποψή μου. Άφησα ελεύθερη τη φαντασία μου και δημιούργησα ένα ιστορικό μυθιστόρημα με απόλυτο σεβασμό στα γεγονότα και τους χώρους.
Ποια είναι η σχέση του Αγίου Γεράσιμου με τον ζωγράφο Δομήνικο Θεοτοκόπουλο. Αλήθεια συνυπήρξαν ποτέ την περίοδο που ζούσαν;
Δεν υπάρχουν μαρτυρίες ότι ο άγιος Γεράσιμος συναντήθηκε με τον Δομήνικο Θεοτοκόπουλο. Υπάρχουν ωστόσο σχετικές ενδείξεις. Στους παλαιούς βίους του αγίου Γερασίμου αναφέρεται η παραμονή του για μια διετία στη βενετοκρατούμενη Κρήτη από το 1549 έως το 1550. Στην Κρήτη εξάλλου υπάρχουν τρία ή τέσσερα σπήλαια διαμορφωμένα σε εκκλησίες και αφιερωμένα στον άγιο Γεράσιμο. Είναι βέβαιη επομένως η παραμονή του αγίου Γερασίμου στην Κρήτη.
Ο Δομήνικος τότε ήταν επτά έως εννέα ετών. Είναι απολύτως νόμιμο επομένως να υποθέσουμε ότι συναντιούνταν και ότι ο άγιος Γεράσιμος μιλούσε με τον μικρό Δομήνικο. Τον δίδασκε. Όπως θρυλείται, αργότερα στη Ζάκυνθο νουθετούσε τον μετέπειτα άγιο Διονύσιο, που ήταν τότε ακόμη μικρότερος. Σύμφωνα με τον θρύλο άλλωστε, ο άγιος Γεράσιμος δίδασκε στο μοναστήρι του μοναχές και δόκιμες αλλά και παιδιά από τα γύρω χωριά.
Ο παπα-Κυριάκος μεγάλωσε μαζί με τον Δομήνικο. Ο ιερωμένος έμεινε στην Ελλάδα και πρόσφερε στο ποίμνιό του και ο Δομήνικος ξενιτεύτηκε και έζησε το υπόλοιπο της ζωής του στην Ισπανία. Δεν ήταν τόλμημα αυτή η αλλαγή στη ζωή του Θεοτοκόπουλου εκείνη την εποχή;
Ο παπα-Κυριάκος είναι πρόσωπο της φαντασίας μου που με βοήθησε να επισημάνω και να τονίσω κάποια βασικά στοιχεία του Θεοτοκόπουλου. Ανάμεσά τους την τόλμη του να φύγει για τη Βενετία για επιμόρφωση και τη μόνιμη εγκατάσταση στη δυτική Ευρώπη. Ασφαλώς και ήταν τόλμημα τότε να φύγεις από την Κρήτη και να βρεθείς στην κοσμοπολίτικη Βενετία και αργότερα στη Ρώμη, στη Σεβίλλη και στο Τολέδο. Εκείνη την εποχή ωστόσο οι άνθρωποι παρά τις σημαντικές δυσκολίες ταξίδευαν και αποφάσιζαν τη μετεγκατάστασή τους πολύ πιο εύκολα απ’ όσο σήμερα. Ο Δομήνικος έτσι κι αλλιώς ή θα άλλαζε επάγγελμα ή θα εγκατέλειπε τον Χάνδακα. Η αγιογραφία που τον απασχολούσε τότε αποτελούσε το έργο πάρα πολλών ζωγράφων. Ήταν σε μεγάλη άνθιση στην Κρήτη και ο ανταγωνισμός ήταν πάρα πολύ σκληρός. Όχι βέβαια ότι τα πράγματα ήταν πιο εύκολα στη Δύση, απλώς εκεί τα μεγέθη ήταν μεγαλύτερα.
Ο Δομήνικος ήταν ζωηρός αλλά και αγαπητός στις γυναίκες. Πώς όμως τιθάσευε αυτές τις εξαρτήσεις και έγινε μεθοδικός αλλά και παραγωγικός στην ζωγραφική;
Δεν θα έλεγα ότι είμαι η πιο κατάλληλη για να απαντήσω. Θα έλεγα πάντως ότι του άρεσε πολύ να ασχολείται με τη ζωγραφική. Ζούσε, στην κυριολεξία, για να ζωγραφίζει. Υποχρεώθηκε να δώσει ιδιαίτερο βάρος στην τέχνη του για βιοποριστικούς λόγους, όταν ο αδελφός του -ο χορηγός του για πολλά χρόνια- βρέθηκε σε κατάσταση ένδειας.
Αλήθεια φτάνει μόνο το ταλέντο για να γίνεις διάσημος καλλιτέχνης;
Όχι βέβαια, πάντοτε ήταν απαραίτητες οι δημόσιες σχέσεις για την προώθηση ενός καλλιτέχνη. Εκείνο τον καιρό μάλιστα στη δυτική Ευρώπη, όπου άνθιζε η Αναγέννηση, ο ανταγωνισμός ήταν πολύ έντονος, υπήρχαν πολλοί διαπρεπείς ζωγράφοι. Ο Θεοτοκόπουλος έκανε πάμπολλες κινήσεις για να επιτύχει μόνιμη στήριξη από κάποιον ισχυρό της εποχής, προκειμένου να επιλύσει μόνιμα τα οικονομικά του προβλήματα.
Γιατί είναι διαχρονικό το έργο του Δομήνικου Θεοτοκόπουλου;
Γιατί τα θέματά του είναι διαχρονικά. Γιατί απέδιδε τις μορφές με απίστευτη ζωντάνια. Γιατί γνώριζε πώς να φωτίσει τα πρόσωπα. Δεν ξέρω γιατί, αλλά είναι μοναδικός!
Αυτό που με εντυπωσιάζει στα μυθιστόρηματά σας είναι η φαντασία αλλά και η άριστη χρήση βιβλιογραφίας. Πώς τα συνδυάζετε και τα δυο;
Η φαντασία μου είναι αρκετά περιορισμένη και θα έλεγα ότι εμπνέομαι κυρίως από τη βιβλιογραφία. Ας δούμε ένα συγκεκριμένο παράδειγμα. Η αναφορά στη Σμύρνη ξεκίνησε από την ανάγνωση του έργου του Ελπιδοφόρου Ιντζέμπελη «Η τελευταία εξίσωση του Κωνσταντίνου Καραθεοδωρή». Βαθιά εντυπωσιασμένη από τη συγκεκριμένη προσωπικότητα, προσπάθησα να τον πλησιάσω σε κάποιες στιγμές και να αναπαραστήσω την ατμόσφαιρα στη Σμύρνη τις παραμονές της μεγάλης καταστροφής. Δεν ήθελα βέβαια να αναφερθώ στα γεγονότα που διαβάζουμε συνήθως, γι’ αυτό και θέλησα να βρεθώ στον χώρο των νοσοκομείων και σε όσα συνέβησαν εκεί. Το ίδιο συνέβη με τα Ναυπλιακά του 1862. Εμπνεύστηκα από ένα επιστημονικό συνέδριο που έγινε με αυτό το θέμα.
Ποια ήταν ή έρευνα που κάνατε για να αναπαραστήσετε εκείνη την εποχή;
Το συγκεκριμένο έργο ήταν αρκετά δύσκολο, γιατί έπρεπε να κινηθώ σε εκτεταμένο χρονικό διάστημα πεντακοσίων ετών και σε πάρα πολλούς χώρους, χωρίς να κουράσω τον αναγνώστη μου με ανούσιες περιγραφές. Ξεκίνησα από το βενετοκρατούμενο Ηράκλειο της Κρήτης και από τη μια επεκτάθηκα στη Βενετία, τη Ρώμη, τη Σεβίλλη και το Τολέδο. Από την άλλη μετακινήθηκα στο Γαλαξίδι, στην Κεφαλληνία, στα Ιωάννινα, στο Λονδίνο, στο Ηράκλειο πάλι, στα περίχωρα του Μονάχου, στο Ναύπλιο, στη Χίο, στη Σμύρνη και στην Αθήνα. Όλοι γνωρίζουμε καλά συγκεκριμένες περιόδους της ιστορίας μας αλλά για άλλες δεν έχουμε και πολλές πληροφορίες. Προσπάθησα να μην αναφερθώ σε πασίγνωστα γεγονότα και να καταπιαστώ με άλλα λιγότερο γνωστά. Να περιγράψω με λίγα λόγια τους χώρους και την καθημερινότητα των ανθρώπων. Θεωρώ ότι αυτό μας λείπει, να γνωρίσουμε πώς ζούσαν οι πρόγονοί μας, τι έτρωγαν, τι φορούσαν, πώς ήταν τα σπίτια τους, πώς ήταν γενικά η ζωή τους.
Πόσο χρόνο χρειαστήκατε για να γράψετε το μυθιστόρημα;
Το μυθιστόρημα χρειάστηκε περίπου πενήντα ημέρες για να γραφεί. Στη συνέχεια άρχισα την επεξεργασία του κειμένου μου, που διάρκεσε λίγο περισσότερο από επτά μήνες. Κι αυτό γιατί είχα συγκεκριμένες απαιτήσεις να επιλύσω. Ήθελα να δώσω βάρος σε ερωτήματα που δεν έχουν απαντηθεί. Για παράδειγμα, δεν είναι απολύτως ξεκαθαρισμένο πού γεννήθηκε ο Θεοτοκόπουλος; Στο Ηράκλειο (τότε Χάνδακα) ή στο Φόδελε; Άλλο που με απασχόλησε ήταν το ότι λέγεται ότι ανατράφηκε ως ορθόδοξος. Το βαφτιστικό του όμως; Μήπως το Δομήνικος ήταν Κυριάκος; Από την άλλη προκύπτουν οι δεσμοί του με τον ελληνοχριστιανικό τουρκοκρατούμενο χώρο ακόμη και στα τέλη της ζωής του. Είναι δεδομένο ότι έκανε συντροφιά με άτομα ελληνικής καταγωγής στο Τολέδο, ότι είχε κλασικούς αρχαίους συγγραφείς στη βιβλιοθήκη του και τους είχε μελετήσει, ότι είχε βοηθήσει όσο μπορούσε για την απελευθέρωση σκλαβωμένων Γραικών από τους Οθωμανούς, αλλά και ότι είχε φροντίσει να αναστυλωθούν ερειπωμένες εκκλησίες.
Ποιο βιβλίο έχετε στο προσκεφάλι σας;
Δεν έχω μόνον ένα βιβλίο στο προσκεφάλι μου. Αυτή τη στιγμή μελετώ μια διδακτορική διατριβή για το ιστορικό μυθιστόρημα, παρόλο που δεν αναφέρεται στη δικιά μου διδακτορική διατριβή, η οποία έχει ως θέμα τον Θανάση Πετσάλη-Διομήδη, τον δημιουργό του ιστορικού μυθιστορήματος στην Ελλάδα και το έξοχο έργο του «Οι Μαυρόλυκοι». Προετοιμάζω το επόμενο βιβλίο που θα γράψω, ένα ιστορικό μυθιστόρημα. Θα έχει ως θέμα πώς αναπτύχθηκε η αρχαιολογία στην Ελλάδα από το 1801 και μετά και το πώς τα ποικίλα ενθυμήματά μας -αρχαία τέχνη και χειρόγραφα έως τα τέλη της Τουρκοκρατίας- βρίσκονται στο εξωτερικό. Διαβάζω τα «Απομνημονεύματα» του Αλεξάνδρου Ρίζου Ραγκαβή και ενημερώνομαι για τις ποικίλες ανασκαφές που έχουν γίνει στην Ελλάδα και τις αρχαιοκαπηλίες για τις οποίες διαθέτουμε στοιχεία. Αν μη τι άλλο οι περισσότερες από τις αρχαιότητες που κοσμούν τα μουσεία της δυτικής Ευρώπης και της Αμερικής είναι αποτέλεσμα αρχαιοκαπηλίας και προέρχονται από την Ελλάδα. Τέλος, ενημερώνομαι και για στιγμές της αρχαίας μας ιστορίας, όπως έχουν διαμορφωθεί από την έρευνα των τελευταίων χρόνων.
Τι βιβλία θα μας προτείνατε να διαβάσουμε;
Αυτό εξαρτάται από το τι σας αρέσει να διαβάζετε. Πώς ξεχνιέστε εσείς. Μπορώ να μιλήσω μόνον για εμένα που απολαμβάνω τα έργα που παριστάνουν παλαιότερες εποχές. Η καθημερινότητα των ανθρώπων σε άλλες περιόδους με συγκλονίζει, μου αρέσει να ενημερώνομαι για όσα έχουν συμβεί. Καθημερινά όμως διαπιστώνω ότι είναι πολύ λίγα τα έργα που μας μεταφέρουν σε άλλους κόσμους. Νοσταλγώ για παράδειγμα τα έργα του Ιουλίου Βερν που είναι σαφές ότι έχει κυρίως εμπνευστεί από τα γραπτά κείμενα της ελληνικής αρχαιότητας.
Μάθαμε ότι τους προσεχείς μήνες ετοιμάζεστε να εκδώσετε ένα νέο μυθιστόρημα. Θα θέλαμε να μας ενημερώσετε για το νέο σας έργο.
Το πρώτο μου βιβλίο που θα εκδοθεί είναι η βιογραφία της Λουΐζας Ριανκούρ, της γυναίκας που από τα παιδικά της χρόνια πίστεψε ότι μπορούσε η Μεγάλη Ιδέα να γίνει πραγματικότητα. Για τον λόγο αυτόν πρόσφερε τα απαραίτητα χρήματα για να ξεκινήσει ο Μακεδονικός Αγώνας. Πρόκειται για μια Γαλλίδα που εγκαταστάθηκε στην Αθήνα στις αρχές του εικοστού αιώνα στα πενήντα δύο της χρόνια. Πλούσια -στην πραγματικότητα πάμπλουτη- είχε ως επάγγελμα τη φιλανθρωπία και βοήθησε όσο μπορούσε ιδιώτες και ιδρύματα. Παράλληλα ήταν και αριστοκράτισσα, μαρκησία, παρόλο που αποκαλούσε τον εαυτό της κόμισσα. Λάμπρυνε με την παρουσία της την κοσμική Αθήνα. Η κατοικία της αποτελούσε πόλο έλξης για τους κατοίκους της πρωτεύουσας. Μια πρόσκληση στο σπίτι της ισοδυναμούσε με μεγάλη τιμή και με αναγνώριση της αξίας των προσκεκλημένων. Η βιογραφία της Λουΐζας Ριανκούρ, με τίτλο «… πεθαίνουμε ἐκεῖ ποὺ ἀγαπᾶμε» είναι η τέταρτη από τη σειρά των βιογραφιών που έχω ετοιμάσει. Οι άλλες τρεις προετοιμάζονται για δεύτερη αναθεωρημένη έκδοση, με τίτλο, «Ἔμεινα ἐκεῖ ἐκτελῶν τὸ πρὸς τὴν πατρίδα καθῆκον!» (Παύλος Μελάς), «Δὲν ἔκαμα στὴ ζωὴ ὅ,τι ἤθελα, μὰ τόσο μπόρεσα» (Ίων Δραγούμης), «Πίστις, Ἀγάπη, Πατρίδα» (Πηνελόπη Δέλτα).
Εργάστηκε ως ερευνήτρια στο Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών. Παράλληλα, συνεργάστηκε με διάφορους φορείς (Βουλή των Ελλήνων, Μουσείο Μπενάκη, Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, Εταιρεία Κερκυραϊκών Σπουδών, Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο) αλλά και ιδιώτες. Η εργογραφία της Μίτσης Πικραμένου περιλαμβάνει περισσότερες από 6.000 σελίδες σε μονογραφίες και έργα υποδομής (ευρετήρια, βιβλιογραφίες, έντυπους καταλόγους βιβλιοθηκών, έκδοση γαλλικών επιστολών του Ιωάννη Καποδίστρια, μετάφραση ενός έργου του Jean Savant). Με αφορμή την έκδοση του βιβλίου από τις εκδόσεις Πικραμένος, «Αναζητώντας μιαν υπογραφή», μιλάει στην ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΝΩΜΗ.
Συνέντευξη στον Ελπιδοφόρο Ιντζέμπελη.
Ποια ήταν η αφορμή για να εκδοθεί το μυθιστόρημά σας «Αναζητώντας μιαν υπογραφή» από τις εκδόσεις Πικραμένος;
Τα τετρακόσια χρόνια από τον θάνατο του Δομήνικου Θεοτοκόπουλου ήταν η αφορμή για να γραφεί και να εκδοθεί το ιστορικό μυθιστόρημά μου. Πρόκειται, όπως είναι γνωστό, για έναν Έλληνα που αναδείχθηκε ως μια τεράστια μορφή της διεθνούς ζωγραφικής. Ο Ελ Γκρέκο, χωρίς ποτέ να αρνηθεί την ελληνική του καταγωγή, είχε ξεχωρίσει από τα νιάτα του κιόλας και είχε διακριθεί ιδιαίτερα στο Τολέδο της Ισπανίας όπου είχε εγκατασταθεί.
Ποιος είναι ο ρόλος του αγίου Γερασίμου;
Ο άγιος Γεράσιμος είναι μια από τις ογκωδέστερες προσωπικότητες της Ορθοδοξίας. Συγγενής με τους Παλαιολόγους από την πλευρά της μητέρας του, ήταν μικρανεψιός του Λουκά Νοταρά, του μεγάλου δούκα στο Βυζάντιο που ήταν αντίθετος στην υποδούλωση της ορθοδοξίας στον παπισμό. Αυτό πρέσβευε και ο άγιος Γεράσιμος. Έζησε μόνον σε βενετοκρατούμενες περιοχές και υπερασπίστηκε την Ορθοδοξία.
Ο τίτλος του βιβλίου είναι συμβολικός ή δηλώνει κάτι κυριολεκτικά;
Ο τίτλος «Αναζητώντας μιαν υπογραφή» είναι κυριολεκτικός. Πρόκειται για την ιστορία ενός πίνακα που είδα το 1989 και απεικόνιζε τον άγιο Γεράσιμο. Μου δήλωσαν ότι ήταν έργο του Ελ Γκρέκο, είχαν ήδη γραφολογική εξέταση που το αποδείκνυε. Μου ζήτησαν να ψάξω για ενδεχόμενη σχέση ανάμεσα στον Γεράσιμο Νοταρά, όπως ονομαζόταν, και τον Δομήνικο Θεοτοκόπουλο και να γράψω επιστημονικό άρθρο. Αμοιβή μου θα ήταν να μου κτίσουν μια μονοκατοικία για την οποία είχα βγάλει οικοδομική άδεια και, στη συνέχεια, θα είχα το 10% από την τιμή στην οποία θα πωλούνταν ο πίνακας.
Δέχθηκα και ερεύνησα το θέμα, η απουσία όμως ερευνητικών δεδομένων δεν μου επέτρεπε τη συγγραφή επιστημονικού άρθρου. Όπως είναι γνωστό ελάχιστα στοιχεία διαθέτουμε για τον Δομήνικο Θεοτοκόπουλο. Ακόμη λιγότερες πληροφορίες υπάρχουν για τον Γεράσιμο Νοταρά. Ουσιαστικά το μοναδικό έγγραφο που υπάρχει, απ’ όσο γνωρίζω, είναι το παραχωρητήριο για την έκταση στον Ομαλό, εκεί όπου χτίστηκε αργότερα η μονή του.
Πέρασαν είκοσι πέντε χρόνια από τότε που είδα τον πίνακα και πραγματοποίησα την έρευνά μου. Έχω στραφεί πλέον στη βιογραφία και το ιστορικό μυθιστόρημα και δεν είναι απαραίτητες οι αρχειακές πηγές για να διατυπώσω την άποψή μου. Άφησα ελεύθερη τη φαντασία μου και δημιούργησα ένα ιστορικό μυθιστόρημα με απόλυτο σεβασμό στα γεγονότα και τους χώρους.
Ποια είναι η σχέση του Αγίου Γεράσιμου με τον ζωγράφο Δομήνικο Θεοτοκόπουλο. Αλήθεια συνυπήρξαν ποτέ την περίοδο που ζούσαν;
Δεν υπάρχουν μαρτυρίες ότι ο άγιος Γεράσιμος συναντήθηκε με τον Δομήνικο Θεοτοκόπουλο. Υπάρχουν ωστόσο σχετικές ενδείξεις. Στους παλαιούς βίους του αγίου Γερασίμου αναφέρεται η παραμονή του για μια διετία στη βενετοκρατούμενη Κρήτη από το 1549 έως το 1550. Στην Κρήτη εξάλλου υπάρχουν τρία ή τέσσερα σπήλαια διαμορφωμένα σε εκκλησίες και αφιερωμένα στον άγιο Γεράσιμο. Είναι βέβαιη επομένως η παραμονή του αγίου Γερασίμου στην Κρήτη.
Ο Δομήνικος τότε ήταν επτά έως εννέα ετών. Είναι απολύτως νόμιμο επομένως να υποθέσουμε ότι συναντιούνταν και ότι ο άγιος Γεράσιμος μιλούσε με τον μικρό Δομήνικο. Τον δίδασκε. Όπως θρυλείται, αργότερα στη Ζάκυνθο νουθετούσε τον μετέπειτα άγιο Διονύσιο, που ήταν τότε ακόμη μικρότερος. Σύμφωνα με τον θρύλο άλλωστε, ο άγιος Γεράσιμος δίδασκε στο μοναστήρι του μοναχές και δόκιμες αλλά και παιδιά από τα γύρω χωριά.
Ο παπα-Κυριάκος μεγάλωσε μαζί με τον Δομήνικο. Ο ιερωμένος έμεινε στην Ελλάδα και πρόσφερε στο ποίμνιό του και ο Δομήνικος ξενιτεύτηκε και έζησε το υπόλοιπο της ζωής του στην Ισπανία. Δεν ήταν τόλμημα αυτή η αλλαγή στη ζωή του Θεοτοκόπουλου εκείνη την εποχή;
Ο παπα-Κυριάκος είναι πρόσωπο της φαντασίας μου που με βοήθησε να επισημάνω και να τονίσω κάποια βασικά στοιχεία του Θεοτοκόπουλου. Ανάμεσά τους την τόλμη του να φύγει για τη Βενετία για επιμόρφωση και τη μόνιμη εγκατάσταση στη δυτική Ευρώπη. Ασφαλώς και ήταν τόλμημα τότε να φύγεις από την Κρήτη και να βρεθείς στην κοσμοπολίτικη Βενετία και αργότερα στη Ρώμη, στη Σεβίλλη και στο Τολέδο. Εκείνη την εποχή ωστόσο οι άνθρωποι παρά τις σημαντικές δυσκολίες ταξίδευαν και αποφάσιζαν τη μετεγκατάστασή τους πολύ πιο εύκολα απ’ όσο σήμερα. Ο Δομήνικος έτσι κι αλλιώς ή θα άλλαζε επάγγελμα ή θα εγκατέλειπε τον Χάνδακα. Η αγιογραφία που τον απασχολούσε τότε αποτελούσε το έργο πάρα πολλών ζωγράφων. Ήταν σε μεγάλη άνθιση στην Κρήτη και ο ανταγωνισμός ήταν πάρα πολύ σκληρός. Όχι βέβαια ότι τα πράγματα ήταν πιο εύκολα στη Δύση, απλώς εκεί τα μεγέθη ήταν μεγαλύτερα.
Ο Δομήνικος ήταν ζωηρός αλλά και αγαπητός στις γυναίκες. Πώς όμως τιθάσευε αυτές τις εξαρτήσεις και έγινε μεθοδικός αλλά και παραγωγικός στην ζωγραφική;
Δεν θα έλεγα ότι είμαι η πιο κατάλληλη για να απαντήσω. Θα έλεγα πάντως ότι του άρεσε πολύ να ασχολείται με τη ζωγραφική. Ζούσε, στην κυριολεξία, για να ζωγραφίζει. Υποχρεώθηκε να δώσει ιδιαίτερο βάρος στην τέχνη του για βιοποριστικούς λόγους, όταν ο αδελφός του -ο χορηγός του για πολλά χρόνια- βρέθηκε σε κατάσταση ένδειας.
Αλήθεια φτάνει μόνο το ταλέντο για να γίνεις διάσημος καλλιτέχνης;
Όχι βέβαια, πάντοτε ήταν απαραίτητες οι δημόσιες σχέσεις για την προώθηση ενός καλλιτέχνη. Εκείνο τον καιρό μάλιστα στη δυτική Ευρώπη, όπου άνθιζε η Αναγέννηση, ο ανταγωνισμός ήταν πολύ έντονος, υπήρχαν πολλοί διαπρεπείς ζωγράφοι. Ο Θεοτοκόπουλος έκανε πάμπολλες κινήσεις για να επιτύχει μόνιμη στήριξη από κάποιον ισχυρό της εποχής, προκειμένου να επιλύσει μόνιμα τα οικονομικά του προβλήματα.
Γιατί είναι διαχρονικό το έργο του Δομήνικου Θεοτοκόπουλου;
Γιατί τα θέματά του είναι διαχρονικά. Γιατί απέδιδε τις μορφές με απίστευτη ζωντάνια. Γιατί γνώριζε πώς να φωτίσει τα πρόσωπα. Δεν ξέρω γιατί, αλλά είναι μοναδικός!
Αυτό που με εντυπωσιάζει στα μυθιστόρηματά σας είναι η φαντασία αλλά και η άριστη χρήση βιβλιογραφίας. Πώς τα συνδυάζετε και τα δυο;
Η φαντασία μου είναι αρκετά περιορισμένη και θα έλεγα ότι εμπνέομαι κυρίως από τη βιβλιογραφία. Ας δούμε ένα συγκεκριμένο παράδειγμα. Η αναφορά στη Σμύρνη ξεκίνησε από την ανάγνωση του έργου του Ελπιδοφόρου Ιντζέμπελη «Η τελευταία εξίσωση του Κωνσταντίνου Καραθεοδωρή». Βαθιά εντυπωσιασμένη από τη συγκεκριμένη προσωπικότητα, προσπάθησα να τον πλησιάσω σε κάποιες στιγμές και να αναπαραστήσω την ατμόσφαιρα στη Σμύρνη τις παραμονές της μεγάλης καταστροφής. Δεν ήθελα βέβαια να αναφερθώ στα γεγονότα που διαβάζουμε συνήθως, γι’ αυτό και θέλησα να βρεθώ στον χώρο των νοσοκομείων και σε όσα συνέβησαν εκεί. Το ίδιο συνέβη με τα Ναυπλιακά του 1862. Εμπνεύστηκα από ένα επιστημονικό συνέδριο που έγινε με αυτό το θέμα.
Ποια ήταν ή έρευνα που κάνατε για να αναπαραστήσετε εκείνη την εποχή;
Το συγκεκριμένο έργο ήταν αρκετά δύσκολο, γιατί έπρεπε να κινηθώ σε εκτεταμένο χρονικό διάστημα πεντακοσίων ετών και σε πάρα πολλούς χώρους, χωρίς να κουράσω τον αναγνώστη μου με ανούσιες περιγραφές. Ξεκίνησα από το βενετοκρατούμενο Ηράκλειο της Κρήτης και από τη μια επεκτάθηκα στη Βενετία, τη Ρώμη, τη Σεβίλλη και το Τολέδο. Από την άλλη μετακινήθηκα στο Γαλαξίδι, στην Κεφαλληνία, στα Ιωάννινα, στο Λονδίνο, στο Ηράκλειο πάλι, στα περίχωρα του Μονάχου, στο Ναύπλιο, στη Χίο, στη Σμύρνη και στην Αθήνα. Όλοι γνωρίζουμε καλά συγκεκριμένες περιόδους της ιστορίας μας αλλά για άλλες δεν έχουμε και πολλές πληροφορίες. Προσπάθησα να μην αναφερθώ σε πασίγνωστα γεγονότα και να καταπιαστώ με άλλα λιγότερο γνωστά. Να περιγράψω με λίγα λόγια τους χώρους και την καθημερινότητα των ανθρώπων. Θεωρώ ότι αυτό μας λείπει, να γνωρίσουμε πώς ζούσαν οι πρόγονοί μας, τι έτρωγαν, τι φορούσαν, πώς ήταν τα σπίτια τους, πώς ήταν γενικά η ζωή τους.
Πόσο χρόνο χρειαστήκατε για να γράψετε το μυθιστόρημα;
Το μυθιστόρημα χρειάστηκε περίπου πενήντα ημέρες για να γραφεί. Στη συνέχεια άρχισα την επεξεργασία του κειμένου μου, που διάρκεσε λίγο περισσότερο από επτά μήνες. Κι αυτό γιατί είχα συγκεκριμένες απαιτήσεις να επιλύσω. Ήθελα να δώσω βάρος σε ερωτήματα που δεν έχουν απαντηθεί. Για παράδειγμα, δεν είναι απολύτως ξεκαθαρισμένο πού γεννήθηκε ο Θεοτοκόπουλος; Στο Ηράκλειο (τότε Χάνδακα) ή στο Φόδελε; Άλλο που με απασχόλησε ήταν το ότι λέγεται ότι ανατράφηκε ως ορθόδοξος. Το βαφτιστικό του όμως; Μήπως το Δομήνικος ήταν Κυριάκος; Από την άλλη προκύπτουν οι δεσμοί του με τον ελληνοχριστιανικό τουρκοκρατούμενο χώρο ακόμη και στα τέλη της ζωής του. Είναι δεδομένο ότι έκανε συντροφιά με άτομα ελληνικής καταγωγής στο Τολέδο, ότι είχε κλασικούς αρχαίους συγγραφείς στη βιβλιοθήκη του και τους είχε μελετήσει, ότι είχε βοηθήσει όσο μπορούσε για την απελευθέρωση σκλαβωμένων Γραικών από τους Οθωμανούς, αλλά και ότι είχε φροντίσει να αναστυλωθούν ερειπωμένες εκκλησίες.
Ποιο βιβλίο έχετε στο προσκεφάλι σας;
Δεν έχω μόνον ένα βιβλίο στο προσκεφάλι μου. Αυτή τη στιγμή μελετώ μια διδακτορική διατριβή για το ιστορικό μυθιστόρημα, παρόλο που δεν αναφέρεται στη δικιά μου διδακτορική διατριβή, η οποία έχει ως θέμα τον Θανάση Πετσάλη-Διομήδη, τον δημιουργό του ιστορικού μυθιστορήματος στην Ελλάδα και το έξοχο έργο του «Οι Μαυρόλυκοι». Προετοιμάζω το επόμενο βιβλίο που θα γράψω, ένα ιστορικό μυθιστόρημα. Θα έχει ως θέμα πώς αναπτύχθηκε η αρχαιολογία στην Ελλάδα από το 1801 και μετά και το πώς τα ποικίλα ενθυμήματά μας -αρχαία τέχνη και χειρόγραφα έως τα τέλη της Τουρκοκρατίας- βρίσκονται στο εξωτερικό. Διαβάζω τα «Απομνημονεύματα» του Αλεξάνδρου Ρίζου Ραγκαβή και ενημερώνομαι για τις ποικίλες ανασκαφές που έχουν γίνει στην Ελλάδα και τις αρχαιοκαπηλίες για τις οποίες διαθέτουμε στοιχεία. Αν μη τι άλλο οι περισσότερες από τις αρχαιότητες που κοσμούν τα μουσεία της δυτικής Ευρώπης και της Αμερικής είναι αποτέλεσμα αρχαιοκαπηλίας και προέρχονται από την Ελλάδα. Τέλος, ενημερώνομαι και για στιγμές της αρχαίας μας ιστορίας, όπως έχουν διαμορφωθεί από την έρευνα των τελευταίων χρόνων.
Τι βιβλία θα μας προτείνατε να διαβάσουμε;
Αυτό εξαρτάται από το τι σας αρέσει να διαβάζετε. Πώς ξεχνιέστε εσείς. Μπορώ να μιλήσω μόνον για εμένα που απολαμβάνω τα έργα που παριστάνουν παλαιότερες εποχές. Η καθημερινότητα των ανθρώπων σε άλλες περιόδους με συγκλονίζει, μου αρέσει να ενημερώνομαι για όσα έχουν συμβεί. Καθημερινά όμως διαπιστώνω ότι είναι πολύ λίγα τα έργα που μας μεταφέρουν σε άλλους κόσμους. Νοσταλγώ για παράδειγμα τα έργα του Ιουλίου Βερν που είναι σαφές ότι έχει κυρίως εμπνευστεί από τα γραπτά κείμενα της ελληνικής αρχαιότητας.
Μάθαμε ότι τους προσεχείς μήνες ετοιμάζεστε να εκδώσετε ένα νέο μυθιστόρημα. Θα θέλαμε να μας ενημερώσετε για το νέο σας έργο.
Το πρώτο μου βιβλίο που θα εκδοθεί είναι η βιογραφία της Λουΐζας Ριανκούρ, της γυναίκας που από τα παιδικά της χρόνια πίστεψε ότι μπορούσε η Μεγάλη Ιδέα να γίνει πραγματικότητα. Για τον λόγο αυτόν πρόσφερε τα απαραίτητα χρήματα για να ξεκινήσει ο Μακεδονικός Αγώνας. Πρόκειται για μια Γαλλίδα που εγκαταστάθηκε στην Αθήνα στις αρχές του εικοστού αιώνα στα πενήντα δύο της χρόνια. Πλούσια -στην πραγματικότητα πάμπλουτη- είχε ως επάγγελμα τη φιλανθρωπία και βοήθησε όσο μπορούσε ιδιώτες και ιδρύματα. Παράλληλα ήταν και αριστοκράτισσα, μαρκησία, παρόλο που αποκαλούσε τον εαυτό της κόμισσα. Λάμπρυνε με την παρουσία της την κοσμική Αθήνα. Η κατοικία της αποτελούσε πόλο έλξης για τους κατοίκους της πρωτεύουσας. Μια πρόσκληση στο σπίτι της ισοδυναμούσε με μεγάλη τιμή και με αναγνώριση της αξίας των προσκεκλημένων. Η βιογραφία της Λουΐζας Ριανκούρ, με τίτλο «… πεθαίνουμε ἐκεῖ ποὺ ἀγαπᾶμε» είναι η τέταρτη από τη σειρά των βιογραφιών που έχω ετοιμάσει. Οι άλλες τρεις προετοιμάζονται για δεύτερη αναθεωρημένη έκδοση, με τίτλο, «Ἔμεινα ἐκεῖ ἐκτελῶν τὸ πρὸς τὴν πατρίδα καθῆκον!» (Παύλος Μελάς), «Δὲν ἔκαμα στὴ ζωὴ ὅ,τι ἤθελα, μὰ τόσο μπόρεσα» (Ίων Δραγούμης), «Πίστις, Ἀγάπη, Πατρίδα» (Πηνελόπη Δέλτα).