Η ενάτη Νοεμβρίου είχε ξημερώσει πια και η μάχη είχε αρχίσει. Τραντάζει
συμέμελα το μοναστήρι από τις κανονιές και η δυτική Πύλη υποχωρεί. Μέσα
στη μονή βρυχώνται λέοντες και έξω ορύονται τίγρεις. Οι κραυγές των
γυναικόπαιδων, ο μεγάλος κρότος των κανονιών και οι άγριοι αλλαλαγμοί
των Τούρκων συγκλονίζουν την περιοχή. Ο ηγούμενος τρέχει παντού, δίδει
οδηγίες και θάρρος και λέει:
Όσοι ζουν όταν θα μπουν οι Τούρκοι
να τρέξουν στην πυριτιδαποθήκη, στην Καστρινή πόρτα, για να δώσουν φωτιά
στο μπαρούτι και να θυσιαστούν για να μην πιαστούν ζωντανοί.
Η μάχη
συνεχίζεται ανελέητα. Οι Τούρκοι αποκρούονται με μεγάλες απώλειες και οι
αμυνόμενοι σκοτώνονται ο ένας μετά από τον άλλο. Η Δασκάλαινα τρέχει
στους σκοτωμένους παίρνει όσα πολεμοφόδια των αμυνομένων εξαντλούνται.
Οι Τούρκοι βρίσκουν την ευκαιρία και μπαίνουν στον περίβολο της μονής με
αποτέλεσμα να μεταφερθεί εκεί η γιγαντομαχία. Γιαταγάνια, λόγχες,
κρητικά μαχαίρια και άλλα αιχμηρά αντικείμενα χτυπούν πάνω στις
ανθρώπινες σάρκες. Γυναίκες και παιδιά με γοερές κραυγές τρέχουν έξαλλα
προς την πυριτιδαποθήκη για την τελευταία θυσία. Σ’ όσους πολεμιστές
είχαν τελειώσει τα πολεμοφόδια κατεβαίνουν στην αυλή και μάχονται σώμα
με σώμα με τους πρώτους Τούρκους που είχαν καταφέρει να μπουν στον
περίβολο. Τότε ένα κορίτσι γυρίζει τρέχοντας στην αυλή και επαναλαμβάνει
αυτά περίπου που είχε φωνάξει πριν λίγο και ο Γιαμπουδάκης.
Ποιος θέλει να έρθει στο λαγούμι (πυριτιδαποθήκη);
Εκείνη
τη στιγμή πολλά κορίτσια και γυναίκες τρέχουν στην πυριτισαποθήκη για
να παραδώσουν τα κορμιά τους στις φλόγες παρά στις θηριωδίες των
Τούρκων. Άλλες γυναίκες που είχαν παιδιά στην αγκαλιά τους τρέχουν να
υπερασπιστούν τους άνδρες τους με τα νύχια τους και με τα δόντια τους
αφού δεν είχαν άλλα όπλα να πολεμήσουν. Η εικόνα της απεγνωσμένης πάλης
είναι ολοφάνερη. Τότε δόθηκε το σύνθημα της γενκής εφόδου με αποτέλεσμα
να γεμίσει ο περίβολος από τούρκικα φέσια. Ο Δημακόπουλος και άλλοι
πολεμιστές που μέχρι εκείνη τη στιγμή βρίσκονταν στις θέσεις τους ορμούν
με τα ξίφη και θερίζουν κυριολεκτικά πολλούς Τούρκους από εκείνους που
ήταν στην αυλή. Μετά από λίγο τα ξίφη σπάζουν κι όσοι πολεμιστές δεν
εχουν σκοτωθεί κλείνονται στα Μεσοκούμια. Οι Τούρκοι εξακολουθούν να
μπαίνουν από παντού αφού η αντίσταση είχε υποχωρήσει από όλες τις
πλευρές.
Είχε πια βραδιάσει και τα περισσότερα γυναικόπαιδα είχαν
συγκεντρωθεί στην Πυριτιδαποθήκη. Ο Κωνσταντίνος Γιαμπουδάκης με την
πιστόλα στο χέρι είναι έτοιμος. Εκείνη τη στιγμή ειδοποιεί τα
γυναικόπαιδα που βρίσκονται στο ανώγιο της πυριτιδαποθήκης και των
πλησειστερων κελιών των ιερομονάχων Ζαχαρίου και Νεόφυτου να
απομακρυνθούν αν ήθελαν ενώ συγχρόνως φωνάζει προς τους πολιορκούμενους
Χριστιανούς.
Αποφάσισα να δώσω φωτιά στο μπαρούτι για να μην
πέσουμε ζωντανοί στων σκυλιών τα χέρια. Όσοι θέλουν να βγουν όξω, να
βγουν για να μην έχω το κρίμα τους.
Τότε ακριβώς είχαν συγκεντρωθεί
εκατοντάδες Τούρκοι στην είσοδο της πυριτιδαποθήκης και προσπαθούσαν να
μπουν μέσα να σφάξουν τους Χριστιανούς. Περιμένει όμως για λίγα
δευτερόλεπτα για να συγκεντρωθούν κι άλλοι Τούρκοι στην είσοδο την οποία
προσπαθούν έντονα να ανοίξουν. Τότε ακριβώς ο Γοαμπουδάκης κάνει το
σταυρό του και σημαδεύει καλά τα βαρέλια με το μπαρούτι και χτυπά. Μια
θεόρατη λάμψη φάνηκε κι ένας τεράστιος κρότος ακούστηκε. Το δράμα είχε
συντελεστεί. Πέτρες, κορμιά, κεφάλια, βαρέλια και χώματα βρέθηκαν σ’ ένα
παράξενο ανακάτωμα όπως τονίζει το λαϊκό τραγούδι:
Και μέσα στον αναβρασμό, που ο χάρος εβρουχάτο,
βροντή, σεισμός εγίνηκε κι ο κόσμος άνω κάτω,
φωθιά, καπνός και κτίρια, κορμιά κομματιασμένα,
άντρες και γυναικόπαιδα στ’ ανέφελ’ ανεβαίνα.
Τρόχαλος έγιν’ η μονή κι εσείστ’ ο Ψηλορείτης
κι αντιλαλούνε τα βουνά κι απ’ άκρ’ ως άκρ’ η Κρήτη.
Και
μετά από λίγο αντίκριζε κανείς μόνο καπνούς και ερείπια. Στην Τράπεζα
της μονής είχαν καταφύγει 36 παλικάρια γιατί είχαν εξαντληθεί τα
πυρομαχικά τους. Οι Τούρκοι το αντιλήφθηκαν και αφού έσπασαν την πόρτα
μπήκαν μέσα και τους έσφαξαν όλους. Ακόμη δίπλα στο κελί του ηγούμενου
υπήρχε μια μικρή πυριτιδαποθήκη με μερικά βαρέλια μπαρούτι. Έβαλαν κι
εκεί φωτιά αλλά το περισσότερο μπαρούτι είχε πάρει υγρασία και
ανατινάχτηκε η βορειοδυτική γωνιά της αποθήκης. Οι Τούρκοι στο μεταξύ
είχαν πολύ εξαγριωθεί κι έσφαζαν όποιον έβρισκαν μπροστά τους, με
αποτέλεσμα ο επίλογος να είναι πολύ τραγικός: 114 άνδρες και γυναίκες
πιάστηκαν αιχμάλωτοι. 3-4 και ανάμεσα σ’ αυτούς ο Αδάμ Παπαδάκης,
διέφυγαν. Οι υπόλοιποι 864 σκοτώθηκαν, σφάχτηκαν ή ανατινάχτηκαν στον
αέρα κι ανάμεσά τους ο ηγούμενος Γαβριήλ, ο φρούραρχος Δημακόπουλος
(Φρούραρχος
της μονής ήταν ο Αρκάς ανθυπολοχαγός Δημακόπουλος, καταγόμενος από τη
Βυτίνα Γορτυνίας, ο οποίος αρνήθηκε να βγάλει τη στολή του Έλληνα
αξιωματικού και να ντυθεί με κρητική φορεσιά για να προσπαθήσει να
γλιτώσει.
Συνελήφθη
ζωντανός, έχοντας εξαντλήσει όλες του τις σφαίρες και κατακρεουργήθηκε
από τους Τούρκους. Το Νοέμβρη του 2008 (αν θυμάμαι καλά) οι δήμοι
Αρκαδίου και Βυτίνας αδελφοποιήθηκαν.)
Κωνσταντίνος Γιαμπουδάκης κ. ά. Από τους Τούρκους σκοτώθηκαν διπλάσιοι,
δηλ. 1500 περίπου νεκροί και τραυματίες. Ο μεγάλος περίβολος της μονής
ήταν γεμάτος από σκοτωμένους κυρίως Τούρκους. Στους γύρω από τη μονή
λόφους όπου όπως λέγεται ήσαν Χριστιανοί Κόπτες Αιγύπτιοι έβγαζαν τες
σφαίρες από τα φυσίγγια και πυροβολούσαν άσφαιρα, γιατί σαν Χριστιανοί
δεν ήθελαν να χτυπήσουν το μοναστήρι. Γι’ αυτό μετά τη μάχη βρέθηκαν
σωροί από σφαίρες στις θέσεις τους.
Μετά την ολοκαύτωση, την
καταστροφή και την ερήμωση του Αρκαδίου το “Κρητικό Ζήτημα” αντί να
κλείσει άνοιξε τις κλειστές πύλες της ευρωπαϊκής διπλωματίας. Η πύρινη
φλόγα του ξεσήκωσε τα πνεύματα της Ευρώπης, άλλαξε τη νοοτροπία και την
τακτική τους έναντι της Κρήτης και έγινε το μεγάλο ξεκίνημα για τηναπελευθέρωσή της.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου